Τα αίτια των βουητών στα αυτιά μπορούμε να τα διακρίνουμε σε τέσσερις κατηγορίες.
Ακουολογικά (τα συχνότερα)
Πολλές καταστάσεις, που επηρεάζουν τη λειτουργία του αυτιού μπορεί να συνοδεύονται και από το σύμπτωμα των βουητών. Παρακάτω αναφέρονται μερικές από αυτές με ορισμένα σχόλια. Για διευκόλυνση τις διακρίνουμε σε αυτές, που αφορούν το έξω, το μέσο και το έσω αυτί.
Προβλήματα του έξω αυτιού
Κυψελίδα στο αυτί
Η κυψελίδα είναι μία ουσία, η οποία
παράγεται από το δέρμα του έξω ακουστικού πόρου. Η κυψελίδα είναι
προστατευτική και
δεν πρέπει να αφαιρείται με μπατονέτες. Σε αρκετούς
ανθρώπους δεν λειτουργεί επαρκώς ο μηχανισμός αυτοκαθαρισμού της
κυψελίδας ή η χρήση της μπατονέτας δεν επιτρέπει την προώθηση της
κυψελίδας προς τα έξω με αποτέλεσμα να φράζει ο έξω ακουστικός πόρος. Το
αποτέλεσμα είναι να προκαλείται ελάττωση της ακοής (βαρηκοΐα) και
βουητά
(εμβοές). Ο καθαρισμός των αυτιών αποτελεί και τη λύση του προβλήματος.
Εξωτερική ωτίτιδα
Η εξωτερική ωτίτιδα είναι μία φλεγμονή του εξωτερικού αυτιού, η οποία χαρακτηρίζεται από υγρό στο αυτί (ωτόρροια), έντονο πόνο (ωταλγία) και αίσθημα βουλώματος του αυτιού. Όταν πατάμε ή τραβάμε το αυτί τότε προκαλείται πόνος. Πολλές φορές η εξωτερική ωτίτιδα συνοδεύεται και από βουητά αν και συνήθως αυτά καλύπτονται από τον έντονο πόνο. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να γίνει εξέταση και επιμελής καθαρισμός του αυτιού κατά τον οποίο αφαιρείται το πύον και ενσταλλάζονται αντιβιοτικές σταγόνες.
Προβλήματα του μέσου αυτιού
Συλλογή υγρού πίσω από το τύμπανο (εκκριτική ωτίτιδα)
Πίσω από το τύμπανο υπάρχει μία κοιλότητα με αέρα. Ο αέρας αυτός φυσιολογικά ανακυκλώνεται από τη μύτη διαμέσου ενός αγωγού, που ονομάζεται ευσταχιανή σάλπιγγα. Όταν ανεβαίνουμε ή κατεβαίνουμε απότομα σε υψόμετρο, πολλές φορές αισθανόμαστε τα αυτιά μας να βουλώνουν. Σε αυτές τις περιπτώσεις η ευσταχιανή σάλπιγγα δεν λειτουργεί επαρκώς, οπότε και προσπαθούμε να αποκαταστήσουμε τη δίοδο αέρα φουσκώνοντας τα μάγουλα με κλειστή τη μύτη ή καταπίνοντας κλπ.
Όταν δημιουργείται επίμονη απόφραξη της ευσταχιανής σάλπιγγας τότε η κοιλότητα πίσω από το τύμπανο γεμίζει με υγρό. Τα ακουολογικά συμπτώματα περιλαμβάνουν βαρηκοΐα και βουητά. Η διάγνωση γίνεται από τον ωτορινολαρυγγολόγο με την ωτοσκόπηση με μικροσκόπιο, το τυμπανόγραμμα και το ακουόγραμμα. Η θεραπεία του προβλήματος εξαφανίζει και τα βουητά.
Ωτοσκλήρυνση
Η ωτοσκλήρυνση είναι μία πάθηση η οποία προκαλεί συνήθως καθήλωση του αναβολέα. Ο αναβολέας είναι το μικρότερο οστό του ανθρώπινου σώματος και μεταδίδει τις ηχητικές δονήσεις από το μέσο αυτί προς τον κοχλία, από τον οποίο ξεκινά το ακουστικό νεύρο. Σε αρκετές περιπτώσεις η πάθηση δεν περιορίζεται μόνο στον αναβολέα, αλλά επεκτείνεται και στον κοχλία. Το κυριότερο σύμπτωμα ειναι η βαρηκοΐα αν και σε αρκετές περιπτώσεις εμφανίζονται και ενοχλητικά βουητά. Ανάλογα με το είδος της ωτοσκλήρυνσης η αντιμετώπιση μπορεί να είναι φαρμακευτική, χειρουργική ή εφαρμογή ακουστικών.
Η ωτοσκλήρυνση έχει και κληρονομική
βάση και ο γράφων συμμετείχε στη διεθνή ομάδα, η οποία μέλετησε μεγάλη
ελληνική οικογένεια με κληρονομική ωτοσκλήρυνση και εντόπισε τον 7ο
γενετικό τόπο της ωτοσκλήρυνσης. Δημοσιεύτηκε στα ακόλουθα διεθνή
επιστημονικά περιοδικά.
http://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/17213839
Eur J Hum Genet.
2007 Mar;15(3):362-8
http://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/16168495 Int J Pediatr Otorhinolaryngol. 2006 Apr;70(4):631-7
Διάτρηση τυμπάνου
Η τρύπα στο τύμπανο γίνεται συνήθως από ωτίτιδες, οξείες ή χρόνιες και σπανιότερα από τραυματισμό πχ χαστούκι. Ανάλογα με τη θέση της πάνω στο τύμπανο και το μέγεθος της προκαλεί διάφορο βαθμό βαρηκοΐας και βουητών. Σε περίπτωση διάτρησης του τυμπάνου, είναι πολύ σημαντικό να διατηρείται το αυτί στεγνό, δηλαδή να μη μπαίνει νερό στο αυτί και να αντιμετωπίζεται η ωτόρροια, αν υπάρχει, δηλαδή η εκροή πυώδους υγρού από το μέσο αυτί. Η θεραπευτική αντιμετώπιση αντιμετωπίζει κατά κανόνα και τα βουητά. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή για να αποφευχθεί σοβαρή μόλυνση του αυτιού.
Προβλήματα του εσωτερικού αυτιού
Πρεσβυακουσία
Η πρεσβυακουσία είναι κατάσταση ανάλογη της πρεσβυωπίας στην
οφθαλμιατρική. Πρόκειται για τη
γήρανση του αυτιού ως συνέπεια εκφύλισης
των κυττάρων του εσωτερικού αυτιού, αλλά και των νεύρων της ακοής. Το
πρόβλημα εκδηλώνεται με ελάττωση της ακοής και πολύ συχνά και με βουητά
στα αυτιά. Επειδή η πρεσβυακουσία είναι προοδευτική, δηλαδή εμφανίζεται
σταδιακά, ο εγκέφαλος συνηθίζει την κατάσταση και έτσι ο βαρήκοος αργεί
να αντιληφθεί την ελάττωση της ακοής του.
Τις περισσότερες φορές είναι
οι συγγενείς, οι οποίοι πρώτοι παρατηρούν ότι ο βαρήκοος βάζει δυνατά
την τηλεόραση, παρανοεί αυτά που του λένε, δεν ακούει εύκολα το
τηλέφωνο, το κουδούνι ή το θυροτηλέφωνο. Στην περίπτωση πάντως, που η
πρεσβυακουσία συνοδεύεται και από βουητά στα αυτιά, τότε ο βαρήκοος
έρχεται πιο νωρίς στο γιατρό του.
Ο Hawkins το 1973 πρότεινε μία περιγραφική
εξίσωση, η οποία εκφράζει τα αίτια που συμβάλλουν στην πρεσβυακουσία.
Τα φάρμακα που βλάπτουν το αυτί + ο θόρυβος στον οποίο έχει εκτεθεί + η
ηλικία = πρεσβυακουσία.
Στο παρακάτω διάγραμμα φαίνονται οι μέσοι όροι της ακοής για
ηλικιωμένους 65 και 90 ετών αντίστοιχα. Πρόκειται για περιπτώσεις στις
οποίες ο μόνος παράγοντας είναι η ηλικία, δηλαδή για ανθρώπους που δεν
πήραν βλαπτικά για το αυτί φάρμακα (ωτοτοξικά) και ούτε εκτέθηκαν σε
δυνατούς θορύβους.
Οι νεότερες γενιές, οι οποίες εκτίθενται χρονίως σε
πολύ δυνατούς θορύβους (πχ
mp3 συσκευές)
αναμένεται να φτάσουν σε αυτά τα επίπεδα ακοής σε πολύ μικρότερες
ηλικίες.
Ευχαριστώ το συνάδελφο
Remy Pujol
για την ευγενή
παραχώρηση των σχημάτων
Ακουστικό τραύμα
Με τον όρο ακουστικό τραύμα εννούμε τη
βλαπτική επίδραση του θορύβου στο εσωτερικό αυτί και συγκεκριμένα στα
ακουστικά κύτταρα του κοχλία. Ο θόρυβος μπορεί να είναι σύντομος και
πολύ δυνατός ή μεγάλης διάρκειας και χαμηλότερης έντασης. Με τα
αυστηρότερα κριτήρια γαι την προφύλαξη από το θόρυβο
δεν πρέπει να
εκτίθεται κανείς σε ένταση 85 ντεσιμπέλ πάνω από 8 ώρες ημερησίως. Για
κάθε 5 ντεσιμπέλ αύξηση, ο χρόνος έκθεσης υποδιπλασιάζεται, δηλαδή 90
ντ. για 4 ώρες, 95 ντ. για 2 ώρες, 100 ντ. για 1 ώρα, 105 ντ. για 30
λεπτά κλπ. Περισσότερα για το ντεσιμπέλ στο
www.paido-orl.gr/pediatricaudiology#ντεσιμπέλ.
Δυστυχώς στον ελλαδικό χώρο
δεν χρησιμοποιούνται
προστατευτικά της ακοής στους χώρους θορυβώδους εργασίας, όπως δε
χρησιμοποιούνται προστατευτικά κράνη στις οικοδομικές εργασίες.
Επιπλέον, οι νεότερες γενιές εκτίθενται καθημερινά και για πολλές ώρες
σε ακρόαση μουσικής με φορητά συστήματα αναπαραγωγής ήχου πχ
mp3,
κινητά τηλέφωνα.
Η παρατεταμένη αυτή χρήση αναμένεται να οδηγήσει
μελλοντικά σε αύξηση του αριθμού των ανθρώπων με θορυβογενή προβλήματα
ακοής.
Η βλαπτική επίδραση του θορύβου προκαλεί σημαντικές βλάβες στα ακουστικά κύτταρα του εσωτερικού αυτιού, όπως θραύση και καταστροφή των κροσσών τους ή και απόπτωση τους, δηλαδή ολόκληρες περιοχές κυττάρων εξαφανίζονται, χωρίς δυνατότητα αναγέννησης.
Ευχαριστώ το συνάδελφο Remy Pujol για την ευγενή παραχώρηση των φωτογραφιών ηλεκτρονικού μικροσκοπίου.
Οι βλάβες αυτές, ανάλογα με τη βαρύτητα τους, μπορεί να προκαλέσουν προσωρινά ή μόνιμα προβλήματα. Συχνή είναι η πρόκληση βαρηκοΐας και βουητών. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι όταν βγαίνοντας από ένα κέντρο διασκέδασης με δυνατή μουσική ακούμε τα αυτιά μας να σφυρίζουν και τους εξωτερικούς ήχους "από βαθιά". Συνήθως την επόμενη μέρα το πρόβλημα έχει παρέλθει (προσωρινή βλάβη). Αν όμως το πρόβλημα συνεχίζεται τότε πρέπει οπωσδήποτε να γίνει εξέταση από ωτορινολαρυγγολόγο-ακουολόγο. Θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη σημασία στο γεγονός ότι πολλές, επαναλαμβανόμενες, προσωρινές βλάβες μπορούν να οδηγήσουν σε μόνιμα προβλήματα βουητών και βαρηκοΐας.
Νόσος
Meniere (Μενιέρ)
Είναι μία νόσος του εσωτερικού αυτιού κατά την οποία παρατηρούνται διαταραχές στα υγρά του λαβυρίνθου με αποτέλεσμα να προκαλούνται σημαντικές βλάβες στο όργανο ακοής και ισορροπίας. Η πορεία της νόσου είναι μακροχρόνια, με υφέσεις και εξάρσεις. Χαρακτηριστικό στοιχείο για τη διάγνωση είναι η ύπαρξη της τριάδας συμπτωμάτων βαρηκοΐα, βουητά και ίλιγγος. Ο ασθενής πολλές φορές νιώθει, αισθάνεται, ότι θα του έλθει κρίση της νόσου (το φαινόμενο αυτό το ονομάζουμε αύρα). Η βαρηκοΐα κατά κανόνα χειροτερεύει με το πέρασμα του χρόνου και αφορά κυρίως τις χαμηλές συχνότητες, δηλαδή τους μπάσους ήχους. Ο ίλιγγος είναι συνήθως πολύ έντονος, με εμετό, αστάθεια και μπορεί να απομακρύνει τον ασθενή από την εργασία του για αρκετές μέρες. Τα βουητά στις περισσότερες περιπτώσεις παραμένουν και είναι ιδιαίτερα ενοχλητικά, ενώ όταν εμφανίζεται έξαρση της νόσου χειροτερεύουν.
Για τη διάγνωση της νόσου χρειάζεται προσεκτική εκτίμηση από τον ωτορινολαρυγγολόγο-ακουολόγο. Η αντιμετώπιση είναι κατά κανόνα συντηρητική-φαρμακευτική και πολύ σπάνια χειρουργική. Τα τελευταία χρόνια εφαρμόζεται με επιτυχία η διατυμπανική έγχυση αντιβιοτικού ή/και κορτιζόνης στο εσωτερικό αυτί. Για τις διαταραχές ισορροπίας θα πρέπει να γίνεται προσεκτικός κλινικός και βιντεονυσταγμογραφικός έλεγχος και στη συνέχεια αποκατάσταση των διαταραχών του λαβυρίνθου. Δείτε και εδώ.
Ακουστικό νευρίνωμα
Το ακουστικό νευρίνωμα είναι η ανάπτυξη ενός όγκου του ακουστικού νεύρου. Ο όγκος είναι καλοήθης, αλλά η περιοχή στην οποία αναπτύσσεται είναι ο οστέινος σωλήνας μέσα από τον οποίο περνούν τα νεύρα της ακοής και ισορροπίας. Η αύξηση του μεγέθους του όγκου ασκεί πίεση στα νεύρα με αποτέλεσμα την πρόκληση συμπτωμάτων. Συνήθως παρατηρείται βαρηκοΐα και βουητά, ενώ σπανιότερα ίλιγγος. Τα βουητά είναι συνήθως υψηλών συχνοτήτων, δηλαδή σε ψιλούς ήχους. Η διάγνωση θέλει ιδιαίτερη προσοχή και πολλές φορές διενεργείται ειδική νευροωτολογική εξέταση, τα ακουστικά προκλητά δυναμικά του εγκεφαλικού στελέχους. Παλαιότερα η αξονική τομογραφία και σήμερα η μαγνητική τομογραφία θέτουν την τοπογραφική διάγνωση, εκτιμωντας ταυτόχρονα και το μέγεθος του όγκου. Η αντιμετώπιση εξαρτάται από το μέγεθος και το ρυθμό αύξησης του όγκου και μπορεί να περιλαμβάνει συστηματική παρακολούθηση, χειρουργική αφαίρεση και τα τελευταία χρόνια ακτινοβόληση του όγκου.
Νευρολογικά-Μυικά
Πολλαπλή σκλήρυνση-Σκλήρυνση κατά πλάκας
Πρόκειται για εκφυλιστική νόσο του νευρικού συστήματος. Η πορεία της είναι μακρά με εξάρσεις και υφέσεις. Τα τελευταία χρόνια νέες θεραπευτικές προσεγγίσεις έχουν προσφέρει σημαντικά ωφέλη. Ο ρόλος του ωτορινολαρυγγολόγου-ακουολόγου είναι να διατηρεί υψηλό δείκτη κλινικής υποψίας και να κατευθύνει σωστά τον ασθενή. Αρκετά συχνά οι ασθενείς με πολλαπλή σκλήρυνση-όταν ακόμα δεν έχει τεθεί νευρολογική διάγνωση-προσέρχονται στον ακουολόγο παραπονούμενοι για βουητά στα αυτιά, δυσκολία στην κατανόηση της ομιλίας σε θόρυβο και ενίοτε ίλιγγο-αστάθεια. Στις περιπτώσεις αυτές ιδιαίτερες ενδείξεις μπορεί να δώσει ο λεπτομερής νευροωτολογικός έλεγχος και ιδίως τα ακουστικά προκλητά δυναμικά του εγκεφαλικού στελέχους. Ο κλασικός ακουολογικός έλεγχος μπορεί να δώσει ακόμη και φυσιολογικά αποτελέσματα.
Μυοκλονίες
Πρόκειται για επαναλαμβανόμενες συσπάσεις μυών. Μπορεί να αφορά είτε τους μύες του μέσου αυτιού είτε μύες της υπερώας (μαλακός ουρανίσκος). Η προσεκτική κλινική εξέταση από τον ωτορινολαρυγγολόγο μπορεί να οδηγήσει στην παρατήρηση της μυοκλονίας. Σε κάθε περίπτωση μας ενδιαφέρει το αίτιο το οποίο οδηγεί στη μυοκλονία και το οποίο μπορεί να υποκρύπτει σοβαρό νευρολογικό νόσημα.
Αγγειακά
Το ανθρώπινο αυτί γειτονεύει με σημαντικά αγγεία του ανθρώπινου σώματος. Η στενή σχέση του αυτιού με την καρωτίδα αρτηρία και την έσω σφαγίτιδα φλέβα μπορεί να οδηγήσει σε αγγειακής αιτιολογίας εμβοές. Αν η καρωτίδα αρτηρία ή η σφαγίτιδα φλέβα παρουσιάζουν ανωμαλίες στην πορεία ή το μέγεθος τους τότε μπορεί να προκαλέσουν βουητά με χαρακτηριστικό ρυθμό, όπως της καρδιάς. Σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να αναπτυχθεί αγγειακός όγκος πίσω από το τύμπανο με επίσης χαρακτηριστικά βουητά. Η προσεκτική ωτοσκόπηση με το μικροσκόπιο μπορεί να εντοπίσει τον όγκο. Στις περιπτώσεις αγγειακών εμβοών μετά την κλινική και ακουολογική εξέταση προσφεύγουμε σε ακτινολογικό έλεγχο για τον εντοπισμό του προβλήματος και της έκτασης του.
Γενικά-Παθολογικά Αίτια
Ο κατάλογος των γενικών αιτίων είναι μεγάλος. Αφού αποκλειστούν τα ακουολογικά αίτια, τα οποία είναι και τα συχνότερα, θα πρέπει να συμπεριλαμβάνουμε και τα γενικά. Ο έλεγχος για αναιμία, για προβλήματα του θυρεοειδούς αδένα, για αυτοάνοσα νοσήματα, για αρτηριοσκλήρυνση, για σακχαρώδη διαβήτη μπορεί να αποκαλύψουν επιβαρυντικούς παράγοντες. Επίσης δεν παραλείπεται η λήψη λεπτομερούς ιστορικού για την πρόσληψη φαρμάκων. Η ασπιρίνη, τα αντιφλεγμονώδη, ορισμένα διουρητικά φάρμακα για την υπέρταση και κυρίως τα χημειοθεραπευτικά φάρμακα είναι γνωστά για την ωτοτοξική τους δράση.